Από την Ευαγγελία Μπεγοπούλου
Τα τελευταία δύο χρόνια, όταν επισκεπτόμουν την μητέρα μου, ένιωθα ότι πήγαινε λάθος. Είχα ένα συναίσθημα πως κάτι δεν μου άρεσε. Η μαμά μου ήταν καπνίστρια, και είχε έναν πρωινό βήχα που για εμάς σήμαινε την “έναρξης της ημέρας”. Μετά τον COVID-19, άρχισε να έχει προβλήματα με την αναπνοή της. Κάτι που πιστεύαμε πως ήταν αποτέλεσμα του ιού ή ίσως του άγχους..
Κάθε Αύγουστο, πηγαίναμε στο χωριό για τις καθιερωμένες διακοπές και τον ετήσιο ιατρικό έλεγχο. Τον Αύγουστο του 2022 όλα φαινόντουσαν φυσιολογικά. Δεν ήταν ο τύπος ανθρώπου που θα ζητούσε από τα παιδιά της να την πάνε στον γιατρό. Όμως, τον Αύγουστο του 2023 παρατήρησα ότι ο “τσιγαρόβηχας” δεν περιοριζόταν πλέον μόνο στο πρωί. Εμφανιζόταν και άλλες ώρες, ειδικά το βράδυ. Ήταν σαν μια προειδοποίηση που επέμενε, αλλά ακόμα δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι θα ακολουθούσε.
Αποφασίσαμε να την πάρουμε για μια εβδομάδα κοντά στη θάλασσα. Εκεί, όμως, είδαμε τη διάθεσή της να αλλάζει. Δεν είχε πια τη ζωντάνια της, ήθελε να ξαπλώνει περισσότερο και να μένει μόνη. Η εικόνα αυτή ήταν ένα μήνυμα που δεν έπρεπε να αγνοήσουμε. Ωστόσο, το αποδώσαμε στην κούραση από τη δουλειά και την ανάγκη για ξεκούραση. Όταν, όμως, δυσκολευόταν ακόμα και να περπατήσει, το ένστικτό μου έλεγε ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε. Με την επιστροφή μας, ξεκινήσαμε εξετάσεις. Οι αιματολογικές έδειξαν φλεγμονή, και παρόλο που ο παθολόγος θεώρησε τις τιμές φυσιολογικές για την ηλικία της, εγώ δεν καθησυχάστηκα. Ζήτησα να γίνει ακτινογραφία θώρακα. Όταν τελικά έγινε η εξέταση, η λέξη “σκιά” που μας ανέφεραν ήταν το πρώτο χτύπημα. Μια σκιά που έμελλε να αλλάξει τα πάντα.
Αμέσως πήραμε παραπεμπτικό για αξονική τομογραφία. Ο καρκίνος είχε ήδη προχωρήσει στους λεμφαδένες του μεσοθωρακίου, και η διάγνωση στο 4ο στάδιο ήταν πλέον πραγματικότητα. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης. Ίσως, αν είχαμε αναζητήσει απαντήσεις νωρίτερα, η εξέλιξη να ήταν διαφορετική. Όλα από εκεί και πέρα έγιναν σαν μια κλεψύδρα που αδειάζει. Οι βιοδείκτες, οι εξετάσεις, οι θεραπείες – κάθε μέρα έφερνε καινούριες προκλήσεις. Τον Σεπτέμβριο λάβαμε τη διάγνωση και μέχρι τέλος Οκτωβρίου ξεκίνησε η πρώτη χημειοθεραπεία.
Δεν ήμουν αποκλειστική φροντίστρια. Τα αδέρφια μου στήριξαν όσο μπορούσαν, ενώ ταυτόχρονα έδινα και τη δική μου μάχη με τον καρκίνο του μαστού. Εκείνη την περίοδο, παίρναμε δύναμη η μία από την άλλη. Η μητέρα μου, ακόμα και στην ασθένειά της, ήταν πηγή κουράγιου για εμένα. Μέσα από τις δυσκολίες, μάθαμε να εκτιμούμε κάθε στιγμή, κάθε μικρή νίκη.
Το τέλος, όμως, ήταν το πιο δύσκολο. Να βλέπεις τον άνθρωπό σου να αλλάζει από την ασθένεια, να χάνει τη ζωτικότητα και την προσωπικότητά του, είναι ένα βάρος που δεν ξεχνιέται. Ο ρόλος του φροντιστή είναι ένας δύσκολος ρόλος. Ενώ είχα δίπλα μου τα αδέρφια μου, και μοιραζόμασταν αυτό το ψυχολογικό “φορτίο”, συχνά προσπαθούσα να μην τους επιβαρύνω.
Στην προσπάθειά μου να διαχειριστώ όλα αυτά, βρήκα υποστήριξη από την ομάδα φροντιστών. Έψαχνα άτομα τα οποία είχαν το ίδιο βίωμα, ώστε να ταυτιστώ και να στηριχτώ. Η ομάδα ήταν το μέρος όπου μπορούσα να μιλήσω ανοιχτά, χωρίς φραγμούς. Μοιραζόμασταν τις αλήθειες μας, τις αγωνίες και τους φόβους μας. Η ομάδα έγινε το καταφύγιό μου, μια πηγή δύναμης που με στήριξε όταν το χρειαζόμουν περισσότερο. Αυτή η εμπειρία μου πρόσφερε περισσότερα από όσα μπορούσα να φανταστώ.
Η ιστορία αυτή είναι μια υπενθύμιση για όλους μας. Να ακούμε τα σημάδια, να μην τα αγνοούμε. Να επιμένουμε για την υγεία μας και την υγεία των αγαπημένων μας. Και, πάνω από όλα, να θυμόμαστε ότι η υποστήριξη από άλλους ανθρώπους, είτε είναι φίλοι είτε ξένοι, μπορεί να κάνει τη διαφορά στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας.
9/12/2024


